Κάθε σύγχρονο κράτος που θέλει να βελτιώνει την ποιότητα ζωής και να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες και τις ανάγκες των πολιτών του, πρέπει να προσφέρει στους πολίτες του, πρώτα και πάνω απ΄ όλα, ασφάλεια.
Κάθε σύγχρονο κράτος που θέλει να βελτιώνει την ποιότητα ζωής και να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες και τις ανάγκες των πολιτών του, πρέπει να προσφέρει στους πολίτες του, πρώτα και πάνω απ΄ όλα, ασφάλεια.
Παρέμβαση Υπουργού στη Συνεδρία της Επιτροπής Κοινωνικών Θεμάτων, Υγείας και Αειφόρου Ανάπτυξης της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης με θέμα: Child friendly juvenile justice: from rhetoric to reality.
Συνεδριακό Κέντρο «Φιλοξενία», 12 Μαΐου 2014
Είναι γενικώς αποδεκτό ότι μερικά πρόσωπα χρειάζονται ειδικές εγγυήσεις, στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας, για να διασφαλιστεί η κατανόηση και η άσκηση των δικαιωμάτων τους. Αν τα πρόσωπα αυτά δεν κατανοούν τη διαδικασία ή τις συνέπειες ενεργειών, όπως η ομολογία, είτε διότι δεν έχει εντοπιστεί ο ευάλωτος χαρακτήρας τους είτε διότι δεν έχουν θεσπισθεί ειδικές εγγυήσεις, υπονομεύεται η αρχή της ισότιμης μεταχείρισης, γεγονός που μειώνει τις πιθανότητες τους για διεξαγωγή δίκαιης δίκης και απειλεί την ακεραιότητα της δικαστικής διαδικασίας.
Τα παιδιά θεωρούνται εξ ορισμού ευάλωτα, λόγω της νεαρής τους ηλικίας, της μη ολοκληρωμένης σωματικής και ψυχολογικής ανάπτυξης και της συναισθηματικής τους ανωριμότητας. Τα παιδιά αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο κακής μεταχείρισης και προβλημάτων υγείας απ’ ό,τι άλλοι ύποπτοι ή κατηγορούμενοι∙ ενδέχεται να μην μπορούν να εκφράσουν δεόντως τις δυσκολίες τους ή τα προβλήματα υγείας. Επομένως, θεωρούμε ότι τα παιδιά χρειάζονται ειδικές εγγυήσεις και προστασία στην ποινική διαδικασία.
Αρκετές διατάξεις, συνταγματικές και νομοθετικές στην Κύπρο, διασφαλίζουν τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, όπως προβλέπεται σε διεθνή εργαλεία, κάθε ατόμου στη Δημοκρατία που κατηγορείται ότι παραβίασε το νόμο, συμπεριλαμβανομένων διατάξεων που ισχύουν ειδικά για ανήλικους παραβάτες.
(α) Η απονομή της δικαιοσύνης αναφορικά με τους ανήλικους
Πολύ σημαντικό σημείο είναι ότι με ρητή διάταξη στον εν λόγω Νόμο, κανένας νέος δεν πρέπει να καταδικαστεί σε φυλάκιση, εάν μπορεί να αντιμετωπιστεί κατάλληλα με οποιοδήποτε άλλο τρόπο.
Στο σημείο αυτό αξίζει νομίζω να επισημανθεί ότι ανεξάρτητα από την πρόθεση μας για εκσυγχρονισμό του πλαισίου ποινικής μεταχείρισης ανηλίκων, με την υιοθέτηση σύγχρονων αντιλήψεων μεταχείρισης των νεαρών παραβατών και την παιδοκεντρική προσέγγιση των δικαστικών διαδικασιών και μέτρων ποινής, η υφιστάμενη νομοθεσία παρέχει με αποδεκτή επάρκεια ικανοποιητικές εγγυήσεις για την ειδική προστασία που απαιτείται σε ανηλίκους.
(β) Στέρηση της ελευθερίας
1. Σύμφωνα με το Άρθρο 11 του Συντάγματος:
1.1. Κανένας δεν συλλαμβάνεται παρά μόνο κατόπιν αιτιολογημένου δικαστικού εντάλματος, με εξαίρεση το αυτόφωρο αδίκημα που τιμωρείται με φυλάκιση.
1.2 Σύμφωνα με τις παραγράφους (4), (5) και (6): Κάθε συλλαμβανόμενος, κατά την σύλληψη του, πληροφορείται σε κατανοητή γλώσσα τους λόγους σύλληψης του και δικαιούται να ζητήσει τις υπηρεσίες δικηγόρου της εκλογής του.
Το συντομότερο μετά την σύλληψη του και όχι αργότερο των είκοσι τεσσάρων ωρών, προσάγεται ενώπιον του δικαστηρίου, εφόσον δεν αφεθεί ελεύθερος, και ο δικαστής προχωρεί αμέσως στη διερεύνηση των λόγων της σύλληψης του σε κατανοητή γλώσσα για τον συλληφθέντα, το αργότερο εντός τριών ημερών. Απολύει τον συλληφθέντα υπό τους όρους που το ίδιο κρίνει κατάλληλους ή σε περίπτωση κατά την οποία δεν έχουν συμπληρωθεί οι ανακρίσεις για το αδίκημα που συνελήφθη δύναται να διατάξει την κράτηση του για περίοδο που δεν υπερβαίνει τις οκτώ μέρες.
1.3 Ο συνολικός χρόνος της κράτησης δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες από την ημερομηνία σύλληψης.
2. Η κράτηση ενός προσώπου, είτε κατά τη διάρκεια της έρευνας για ποινικό αδίκημα ή η προφυλάκιση του μετά τη διαμόρφωση των κατηγοριών και εν αναμονή της δίκης, εκλαμβάνεται από τα δικαστήρια της Κύπρου ως εξαιρετικό μέτρο, που παρεκκλίνει από το τεκμήριο αθωότητας και συνεπώς πρέπει να είναι αυστηρά δικαιολογημένη, πολύ περισσότερο στην περίπτωση των νεαρών παραβατών και των ανηλίκων. Τα δικαστήρια έχουν διακριτική ευχέρεια σ’ αυτό το θέμα και όταν αποφαίνονται για την αίτηση προφυλάκισης, πρέπει να επιφέρουν την ισορροπία ανάμεσα στην ανάγκη διατήρησης της ατομικής ελευθερίας, και την ανάγκη υπαγωγής του υπαίτιου στη δικαιοσύνη.
3. Κάθε κατά τα ανωτέρω απόφαση του δικαστηρίου υπόκειται σε έφεση.
4. Όταν η Αστυνομία ασχολείται με περιπτώσεις στις οποίες υπάρχουν υπόνοιες ότι ανήλικοι έχουν διαπράξει αδίκημα, πρέπει να βεβαιώνεται ότι οι γονείς ή κηδεμόνες καθώς και ο Αστυνομικός Διευθυντής της επαρχίας ενημερώνονται εγκαίρως. Σε περίπτωση που ο ύποπτος είναι μαθητής, η σύλληψη και η ανάκριση στο σχολείο αποφεύγεται και μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο όταν αυτό είναι απολύτως αναγκαίο και μόνο με τη συγκατάθεση και υπό την παρουσία του Διευθυντή.
4.1 Δυνάμει του άρθρου 7 του περί Ανήλικων Παραβατών Νόμου, το δικαστήριο όταν εξαιρετικές περιπτώσεις προφυλακίζει ή παραπέμπει σε δίκη ένα ανήλικο που δεν ελευθερώνεται με εγγύηση, τον παραπέμπει για κράτηση σε αστυνομικό σταθμό και όχι στις φυλακές. Η Αστυνομία έχει την υποχρέωση να προβεί σε ρυθμίσεις για την αποφυγή της επικοινωνίας του με κατάδικο ενήλικα.
Εξελίξεις
Το 2005 ψηφίστηκε νομοθεσία που επεκτείνει τις συνταγματικές διατάξεις, όπως τις έχω προαναφέρει, διασφαλίζοντας τα δικαιώματα των προσώπων που συλλαμβάνονται και τελούν υπό κράτηση. Πρόκειται για τον περί των Δικαιωμάτων Προσώπων που Συλλαμβάνονται και Τελούν υπό Κράτηση Νόμο του 2005 (Ν.163(Ι)/2005).
Εκτός από τον καθορισμό ενιαίων κανόνων για τις συνθήκες κράτησης, την ευημερία και την αξιοπρεπή μεταχείριση των συλληφθέντων και των κρατουμένων, αυτός ο νόμος:
Όσον αφορά, ειδικότερα τους ανήλικους κάτω των 18 ετών, ο νόμος προβλέπει επιπλέον:
(γ) Ποινική μεταχείριση ανηλίκων παραβατών
1. Σύμφωνα με το άρθρο 12 του περί Ανηλίκων Παραβατών Νόμου, Κεφ. 157, όπου το Δικαστήριο ενώπιον του οποίου δικάζεται ένας ανήλικος για οποιοδήποτε αδίκημα, είναι ικανοποιημένο από την ενοχή του, μπορεί να χειριστεί την υπόθεση με οποιονδήποτε από τους παρακάτω τρόπους:
1.1 Παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχει νομικός ορισμός των νεαρών ενηλίκων παραβατών, άτομα ηλικίας κάτω των 21 ετών πάντα αντιμετωπίζονται ως νεαροί παραβάτες και μερικές φορές αυτή η κατηγορία έχει επεκταθεί για να συμπεριλάβει τα άτομα μέχρι 25 ετών. Ένα παράδειγμα στη νομοθεσία είναι ο περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών (Τροποποιητικός) Νόμος του 1992, ο οποίος προβλέπει την αύξηση των ποινών για αδικήματα ναρκωτικών μέχρι ισόβια κάθειρξη, αλλά διαφοροποιεί την μεταχείριση των ατόμων ηλικίας κάτω των 25 ετών, που καθίστανται παραβάτες για πρώτη φορά και το αδίκημα συνδέεται με την προσωπική χρήση ναρκωτικών. Τέτοιες υποθέσεις εκδικάζονται συνοπτικά και οι ποινές δεν υπερβαίνουν την φυλάκιση για δύο χρόνια.
1.2. Στις περιπτώσεις των εγκλημάτων που εμπλέκονται νεαρά άτομα μέχρι 21 ετών, αποτελεί πάγια πρακτική να λαμβάνεται έκθεση κοινωνικής έρευνας πριν την επιβολή ποινής, προκειμένου να εξασφαλισθούν πληροφορίες από αξιόπιστη πηγή σχετικά με τον χαρακτήρα, την ανατροφή και το περιβάλλον του δράστη, ώστε να αξιολογηθούν με τεκμηριωμένο τρόπο οι προοπτικές αποκατάστασης του κατηγορουμένου.
1.3. Το πιο συχνά χρησιμοποιούμενο μέτρο που επιβάλλεται σε ανήλικους παραβάτες είναι το διάταγμα κηδεμονίας που τοποθετεί τον κατάδικο υπό την επίβλεψη του κηδεμονικού Λειτουργού του Γραφείου Ευημερίας.
(δ) Φυλάκιση ανηλίκων παραβατών
1. Από τα διεθνή πρότυπα απορρέει ότι τα παιδιά που έρχονται αντιμέτωπα με το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης θα πρέπει να τυγχάνουν εναλλακτικών προς τη φυλάκιση μέτρων και μέτρων εκπαίδευσης και θα πρέπει να στερούνται της ελευθερίας τους μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις. Τα παιδιά βρίσκονται σε ιδιαίτερα ευάλωτη θέση όταν στερούνται της ελευθερίας τους λόγω των εγγενών κινδύνων για τη σωματική, την ψυχική και την κοινωνική τους ανάπτυξη. Για την αποφυγή της κακής μεταχείρισης και της κακοποίησης σε περίπτωση στέρησης της ελευθερίας λαμβάνονται μέτρα προστασίας, μεταξύ των οποίων είναι και ότι:
2. Ψυχολογικές και ψυχιατρικές υπηρεσίες και υποστήριξη προσφέρονται σε όλους τους νέους φυλακισμένους που τις έχουν ανάγκη, με προσωπικές συναντήσεις, ομαδικές συζητήσεις (συνεδριάσεις της ομάδας) και συναντήσεις με την παρουσία της οικογένειας του κρατουμένου.
3. Υπηρεσίες πρόνοιας και στήριξης παρέχονται σε όλους τους νεαρούς κρατούμενους με τακτικές επισκέψεις / επαφές με τις οικογένειές τους και με άδεια που λαμβάνουν εκτός φυλακών, προκειμένου να διευκολυνθεί η κοινωνική ένταξη με τις οικογένειές τους και την κοινωνία.
4. Όλοι οι νέοι παραβάτες έχουν την ευκαιρία να συμμετέχουν σε ψυχαγωγικές δραστηριότητες και προγράμματα όπως ο αθλητισμός, θέατρο, μουσική κλπ, τα οποία τους κρατούν ψυχικά και σωματικά δραστήριους.
5. Δυνάμει του άρθρου 53 του Συντάγματος, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί, με τη σύμφωνη γνώμη του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας να μειώσει, αναστείλει ή μετατρέψει οιανδήποτε ποινή που επιβλήθηκε από δικαστήριο στη Δημοκρατία.
6. Οι περί Φυλακών Κανονισμοί προβλέπουν επίσης τη διαγραφή των ποινών λόγω καλής διαγωγής και εργατικότητας.
7. Στο σημείο αυτό αξίζει νομίζω να κάνω αναφορά στο θεσμό της περιοδικής φυλάκισης κατά τα σαββατοκύριακα. Η ποινή αυτή επιβάλλεται όπου η φυλάκιση είναι μεν δικαιολογημένη, αλλά ενόψει όλων των περιστάσεων που αφορούν τον δράστη είναι επιθυμητό να μην αποκοπεί από την οικογένεια του, τον κοινωνικό περίγυρο, την εργασία ή τις σπουδές του. Η ποινή αυτή έχει συνδεθεί με τα αδικήματα βίας στα γήπεδα.
(ε) Αποκατάσταση των καταδικασθέντων
Το 2004, ο νόμος για την αποκατάσταση των καταδικασθέντων τροποποιήθηκε, με κυριότερες τις τροποποιήσεις εκείνες που ρυθμίζουν με μεγαλύτερη επιείκεια τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι προηγούμενες καταδίκες διαγράφονται στην περίπτωση νεαρών ατόμων μέχρι την ηλικία των 21 ετών. Σε ορισμένες περιπτώσεις η αποκατάσταση καταδίκης νεαρών ατόμων είναι άμεση.
(στ) Αποκαταστατική δικαιοσύνη σε ανήλικους παραβάτες
1. Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, το πιο συχνά χρησιμοποιούμενο μέτρο για τους ανήλικους παραβάτες είναι το διάταγμα κηδεμονίας, ως εναλλακτική λύση για τη φυλάκιση, σύμφωνα με το οποίο ο κατάδικος τοποθετείται υπό την επίβλεψη του κηδεμονικού Λειτουργού του Γραφείου Ευημερίας.
Ο περί Κηδεμονίας και Άλλων Τρόπων Μεταχείρισης Αδικοπραγούντων Νόμος του 1996 (Νόμος 46 (Ι)/1996, άρθρο 5), ορίζει ότι αν το δικαστήριο, καταδικάζοντας πρόσωπο για αδίκηµα για το οποίο η ποινή δεν είναι καθορισμένη, είναι της γνώµης, αφού λάβει υπόψη τις περιστάσεις, περιλαµβανοµένης της φύσης του αδικήµατος και του χαρακτήρα του αδικοπραγούντος, ότι αυτό είναι σκόπιµο, δύναται, αντί να µεταχειριστεί τον αδικοπραγούντα µε οποιοδήποτε άλλο τρόπο, να εκδώσει διάταγµα («διάταγµα κηδεµονίας) δυνάµει του οποίου να θέτει τον αδικοπραγούντα υπό την επιτήρηση κηδεµονικού λειτουργού για περίοδο που ορίζεται σε αυτό και η οποία δεν µπορεί να είναι µικρότερη από ένα χρόνο ούτε μεγαλύτερη από τρία χρόνια.
Η επιλογή των όρων του διατάγματος αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου, αφού οι όροι μπορούν να ποικίλουν ανάλογα με τις συνήθειες του δράστη, το περιβάλλον και τις ροπές του και την αξιολόγηση της βοήθειας που χρειάζεται για αναμόρφωση. Ο νόμος ρυθμίζει ειδικά την προσφορά κοινοτικής εργασίας ή την υποβολή σε επαγγελματική ή άλλη κατάρτιση, με τη συγκατάθεση του δράστη, και σύμφωνα με τους υπόλοιπους όρους που μπορεί να επιβάλει το Δικαστήριο, κατά τη διάρκεια της δοκιμαστικής περιόδου.
Η επίβλεψη ανατίθεται σε κηδεμονικούς Λειτουργούς των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας. Εκτός από συμβουλές, καθοδήγηση και βοήθεια, είναι καθήκον του κηδεμονικού Λειτουργού να επιβλέπει ότι το άτομο υπό κηδεμονία τηρεί τους όρους του διατάγματος και υποβάλλει τακτικά στο Δικαστήριο σχετική έκθεση.
2. Οι ρυθμίσεις αυτές αποσκοπούν στην αύξηση των πιθανοτήτων αποκατάστασης, ειδικά για τους νέους παραβάτες, καθώς θα αποφευχθεί η διακοπή των δεσμών με την κοινωνία και το στίγμα του ότι το άτομο έχει διατελέσει στη φυλακή τα οποία, σε μια μικρή χώρα όπως η Κύπρος, δεν μπορούν εύκολα να διαγραφούν.
(ζ) Τρέχουσα αξιολόγηση και μεταρρυθμιστική κατεύθυνση